Η διαταραχή επεισοδιακής υπερφαγίας ανήκει στις διαταραχές πρόσληψης τροφής και χαρακτηρίζεται από συχνά επεισόδια πρόσληψης τροφής τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα και για τουλάχιστον τρεις μήνες. Τα άτομα που πάσχουν από τη συγκεκριμένη διαταραχή αισθάνονται ντροπή και ενοχή σχετικά με την αυξημένη κατανάλωση φαγητού αλλά και με την εμφάνισή τους.
Η επεισοδιακή υπερφαγία σχετίζεται με πολλούς παράγοντες και μπορεί να πυροδοτηθεί από ποικίλα γεγονότα στη ζωή του ατόμου. Πιο συγκεκριμένα, η εν λόγω διαταραχή οφείλεται σε κληρονομικούς παράγοντες, σε πιθανά διατροφικά προβλήματα των γονέων, σε παιδικό-εφηβικό μπούλινγκ σχετικά με το βάρος, σε πιθανή κακοποίηση κατά την παιδική ηλικία, σε προβλήματα σεξουαλικής ταυτότητας, στη χαμηλή αυτοεκτίμηση αλλά και στην προσωπικότητα του ατόμου.
Η επεισοδιακή διαταραχή υπερφαγίας εμφανίζεται στις γυναίκες σε ποσοστό 3,5%, στους άντρες σε ποσοστό 2% και στους έφηβους σε ποσοστό 1,6% όσον αφορά στον Αμερικανικό πληθυσμό. Σε αντίθεση με την ψυχογενή βουλιμία, τα υπερφαγικά επεισόδια δεν συνοδεύονται από αντισταθμιστικές συμπεριφορές όπως είναι η πρόκληση εμετού για αυτό και αφορά περισσότερο άτομα υπέρβαρα και παχύσαρκα χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορεί να παρατηρηθεί και σε άτομα με φυσιολογικό βάρος. Χαρακτηριστικές στους υπέρβαρους είναι οι αναποτελεσματικές σκληρές δίαιτες που κάνουν λόγω της παρουσίας της συγκεκριμένης διαταραχής.
Το άτομο μπορεί να αναγνωρίσει προβλήματα σε σχέση με το φαγητό όπως είναι η κατανάλωση μεγάλης ποσότητας φαγητού συνεχώς και στα κρυφά, η κατανάλωση τροφής ακόμα κι αν το άτομο νιώθει κορεσμό, αισθήματα ενοχών σχετικά με την κατανάλωση του φαγητού, η μόνιμη σκέψη για το φαγητό, αισθήματα άγχους που σχετίζονται με το φαγητό, οι συνεχείς αποτυχημένες προσπάθειες μείωσης ή διατήρησης του βάρους.
Σύμφωνα με μελέτες η διαταραχή επεισοδιακής υπερφαγίας εκτός από τις αυξομειώσεις του βάρους μπορεί να προκαλέσει και σοβαρότερα προβλήματα υγείας όπως είναι ο διαβήτης, η παχυσαρκία, η κατάθλιψη, η αρθρίτιδα, η χοληστερίνη, τα καρδιαγγειακά προβλήματα, η αυξημένη πίεση και η χοληστερίνη.
Για την αντιμετώπιση της επεισοδιακής υπερφαγίας προτείνεται ψυχοθεραπεία και σε κρίσιμες περιπτώσεις συνδυαστικά με φαρμακευτική αγωγή. Μία από τις αποτελεσματικότερες ψυχοθεραπευτικές μεθόδους είναι η γνωσιακή συμπεριφοριστική θεραπεία η οποία εστιάζει στον τρόπο σκέψης του ατόμου, στις συμπεριφορές του και στα συναισθήματά του.
Το άτομο μαθαίνει να αναγνωρίζει και να διαχειρίζεται την ανάγκη του για φαγητό κρατώντας ένα φυσιολογικό διατροφικό πρόγραμμα. Οι δυσλειτουργικές σκέψεις και τα συναισθήματα σχετικά με το βάρος του τροποποιούνται με αποτέλεσμα μία λειτουργική και ισορροπημένη στάση και συμπεριφορά σχετικά με το φαγητό η οποία διατηρείται και στο μέλλον.
Τα άρθρα μας προστατεύονται απο τον νόμο 4481/2017 ΕΕ (ΦΕΚ Α 100/20.7.2017) περί πνευματικών δικαιωμάτων και η αντιγραφή τους διώκεται ποινικά.